Oxford Spanish Dictionary
 
  
  
  
 στο λεξικό PONS
faint-hearted [ˌfeɪntˈhɑ:tɪd, αμερικ -ˈhɑ:rt̬ɪd] ΕΠΊΘ
faint-hearted person:
faint-hearted [ˌfeɪnt·ˈhar·t̬ɪd] ΕΠΊΘ
faint-hearted person:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- Fahrenheit
- faience
- fail
- failed state
- failing
- faint-hearted
- fainting fit
- faintly
- faintness
- fair
- fair copy
