στο λεξικό PONS
Da·ten1 [ˈda:tn̩]
Daten πλ: Datum
Da·tum <-s, Daten> [ˈda:tʊm, πλ ˈda:tn̩] ΟΥΣ ουδ
Da·tum <-s, Daten> [ˈda:tʊm, πλ ˈda:tn̩] ΟΥΣ ουδ
I. tech·nisch [ˈteçnɪʃ] ΕΠΊΘ
1. technisch προσδιορ (technologisch):
2. technisch (technisches Wissen vermittelnd):
3. technisch (Ausführungsweise):
II. tech·nisch [ˈteçnɪʃ] ΕΠΊΡΡ (auf technischem Gebiet)
Zeich·ner(in) <-s, -> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
1. Zeichner ΤΈΧΝΗ:
2. Zeichner ΧΡΗΜΑΤΟΠ:
- Zeichner(in)
-
Un·mög·lich·keit <-> ΟΥΣ θηλ kein πλ a. ΝΟΜ
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
Technische Daten
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.