στο λεξικό PONS
un·fore·seen [ˌʌnfɔ:ˈsi:n, αμερικ -fɔ:rˈ-] ΕΠΊΘ αμετάβλ
- unforeseen
-
- unforeseen contingency
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
unforeseen expense ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- unforeseen expense
-
- unvorhergesehene Ausgabe ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- unforeseen expense
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.