στο λεξικό PONS
Zeich·ner(in) <-s, -> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
1. Zeichner ΤΈΧΝΗ:
2. Zeichner ΧΡΗΜΑΤΟΠ:
- Zeichner(in)
-
-
- Zeichner(in) αρσ (θηλ) <-s, ->
-
- Zeichner(in) αρσ (θηλ) <-s, ->
-
- technischer Zeichner αρσ
-
- Zeichner αρσ <-s, ->
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
-
- Zeichner αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.