Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
children [βρετ ˈtʃɪldrən, αμερικ ˈtʃɪldrən] ΟΥΣ ουσ πλ
children → child
child <pl children> [βρετ tʃʌɪld, αμερικ tʃaɪld] ΟΥΣ
1. child (non-adult):
children's home ΟΥΣ
child <pl children> [βρετ tʃʌɪld, αμερικ tʃaɪld] ΟΥΣ
1. child (non-adult):
child psychiatry ΟΥΣ
child psychiatrist ΟΥΣ
-
- pédopsychiatre αρσ θηλ
child pornography ΟΥΣ
στο λεξικό PONS
children [ˈtʃɪldrən] ΟΥΣ
children pl of child
child <children> [tʃaɪld] ΟΥΣ
child <children> [tʃaɪld] ΟΥΣ
child benefit ΟΥΣ
children [ˈtʃɪl·dr ə n] ΟΥΣ
children pl of child
child <children> [tʃaɪld] ΟΥΣ
child <children> [tʃaɪld] ΟΥΣ
- bored children
-
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.