στο λεξικό PONS
I. host1 [həʊst, αμερικ hoʊst] ΟΥΣ
1. host (party-giver):
2. host (event-stager):
-
- etw ausrichten
3. host (compère):
4. host ΒΙΟΛ, ΧΗΜ:
-
- Wirtsmolekül ουδ
5. host Η/Υ:
II. host1 [həʊst, αμερικ hoʊst] ΟΥΣ modifier
-
- Gastfamilie θηλ
I. coun·try [ˈkʌntri] ΟΥΣ
1. country (nation):
2. country no pl (population):
3. country no pl (rural areas):
4. country no pl (land):
5. country no pl (music):
-
- Countrymusik θηλ
host ΟΥΣ
- host ΧΡΗΜΑΤΟΠ
-
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
host country [ˈhəʊstˌkʌntri], receiving country [rɪˈsiːvɪŋˌkʌntri] ΟΥΣ
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
| I | host |
|---|---|
| you | host |
| he/she/it | hosts |
| we | host |
| you | host |
| they | host |
| I | hosted |
|---|---|
| you | hosted |
| he/she/it | hosted |
| we | hosted |
| you | hosted |
| they | hosted |
| I | have | hosted |
|---|---|---|
| you | have | hosted |
| he/she/it | has | hosted |
| we | have | hosted |
| you | have | hosted |
| they | have | hosted |
| I | had | hosted |
|---|---|---|
| you | had | hosted |
| he/she/it | had | hosted |
| we | had | hosted |
| you | had | hosted |
| they | had | hosted |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.