Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
heaven [βρετ ˈhɛv(ə)n, αμερικ ˈhɛvən] ΟΥΣ
1. heaven ΘΡΗΣΚ:
2. heaven (in exclamations):
3. heaven (bliss):
heaven-sent [βρετ, αμερικ ˈhɛvən ˌsɛnt] ΕΠΊΘ
heaven-sent opportunity, rescue:
-
- heavens!
στο λεξικό PONS
heaven [ˈhevən] ΟΥΣ
ιδιωτισμοί:
heaven [ˈhev· ə n] ΟΥΣ
ιδιωτισμοί:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.