Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
ambulance [βρετ ˈambjʊl(ə)ns, αμερικ ˈæmbjələns] ΟΥΣ
st ΟΥΣ βρετ abrév écrite
st → stone
I. stone [βρετ stəʊn, αμερικ stoʊn] ΟΥΣ
1. stone U (material):
3. stone (for particular purpose):
II. stone [βρετ stəʊn, αμερικ stoʊn] ΡΉΜΑ μεταβ
III. stone [βρετ stəʊn, αμερικ stoʊn]
St ΟΥΣ
1. St abrév écrite → saint
2. St abrév écrite → street
I. street [βρετ striːt, αμερικ strit] ΟΥΣ
στο λεξικό PONS
ambulance [ˈæmbjʊləns] ΟΥΣ
st. ΟΥΣ
st. συντομογραφία: stone
I. stone [stəʊn, αμερικ stoʊn] ΟΥΣ
2. stone (piece of rock):
II. stone [stəʊn, αμερικ stoʊn] ΕΠΊΘ
III. stone [stəʊn, αμερικ stoʊn] ΕΠΊΡΡ
street [stri:t] ΟΥΣ
ambulance [ˈæm·bjʊ·lən(t)s] ΟΥΣ
street [strit] ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- stirrup cup
- stirrup leather
- stirrup pump
- stir up
- stitch
- St John Ambulance
- St Lawrence Seaway
- St Lucia
- stoat
- stochastic
- stock