στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. posata [poˈsata] ΟΥΣ θηλ
I. posato [poˈsato] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
posato → posare
II. posato [poˈsato] ΕΠΊΘ
I. posare [poˈsare] ΡΉΜΑ μεταβ
1. posare:
II. posare [poˈsare] ΡΉΜΑ αμετάβ βοηθ ρήμα avere
1. posare (poggiare):
2. posare (basarsi) μτφ:
3. posare:
4. posare (atteggiarsi):
III. posarsi ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα
1. posarsi:
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.