Oxford Spanish Dictionary
bull1 [αμερικ bʊl, βρετ bʊl] ΟΥΣ
1.1. bull (male bovine):
3. bull οικ → bullseye
rag4 [αμερικ ræɡ, βρετ raɡ] ΟΥΣ ΜΟΥΣ
I. rag2 <μετ ενεστ ragging; παρελθ, μετ παρακειμ ragged> [αμερικ ræɡ, βρετ raɡ] ΡΉΜΑ μεταβ βρετ οικ, παρωχ
rag1 [αμερικ ræɡ, βρετ raɡ] ΟΥΣ
1. rag (piece of cloth):
2. rag οικ, μειωτ (newspaper):
3. rag <rags, pl > (tattered clothes):
bull3 [αμερικ bʊl, βρετ bʊl] ΟΥΣ U αργκ (boasting, lying)
I. shoot [αμερικ ʃut, βρετ ʃuːt] ΟΥΣ
1. shoot ΒΟΤ:
2.1. shoot:
II. shoot <παρελθ & μετ παρακειμ shot> [αμερικ ʃut, βρετ ʃuːt] ΡΉΜΑ μεταβ
1.1. shoot person/animal:
2.1. shoot (fire):
2.2. shoot (eject, propel):
3. shoot (pass swiftly):
4.1. shoot ΑΘΛ:
III. shoot <παρελθ & μετ παρακειμ shot> [αμερικ ʃut, βρετ ʃuːt] ΡΉΜΑ αμετάβ
1.1. shoot (fire weapon):
1.3. shoot (proceed) οικ:
2. shoot (move swiftly):
3. shoot ΑΘΛ:
στο λεξικό PONS
bull1 [bʊl] ΟΥΣ
bull [bʊl] ΟΥΣ
3. bull:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- bullfinch
- bullfrog
- bullhorn
- bullion
- bullish
- bull session
- bullseye
- bullshit
- bullshitter
- bull terrier
- bullwhip