

- ein überproportional großer Anteil von etw δοτ
-


- Anteile im Fremdbesitz
-


- Anteil an Zwischenzeiten ΥΠΟΔΟΜΉ, ΠΡΟΤΥΠΟΠ, ΑΞΙΟΛΌΓ
-
- Anteile der Routen bei Routenwahl ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ, ΔΗΜΟΣΚ, ΠΡΟΤΥΠΟΠ
-
- Anteil eines Verkehrssystems ΑΞΙΟΛΌΓ
-
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.