στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
prickly [βρετ ˈprɪkli, αμερικ ˈprɪk(ə)li] ΕΠΊΘ
I. heat [βρετ hiːt, αμερικ hit] ΟΥΣ
1. heat:
3. heat ΜΑΓΕΙΡ:
4. heat (heating):
5. heat ΑΘΛ:
7. heat (of argument, discussion):
II. heat [βρετ hiːt, αμερικ hit] ΡΉΜΑ μεταβ
στο λεξικό PONS
I. heat [hi:t] ΟΥΣ
1. heat (warmth, high temperature):
2. heat (heating system):
3. heat (emotional state):
4. heat (sports race):
-
- eliminatoria θηλ
II. heat [hi:t] ΡΉΜΑ μεταβ
2. heat (excite):
I | heat |
---|---|
you | heat |
he/she/it | heats |
we | heat |
you | heat |
they | heat |
I | heated |
---|---|
you | heated |
he/she/it | heated |
we | heated |
you | heated |
they | heated |
I | have | heated |
---|---|---|
you | have | heated |
he/she/it | has | heated |
we | have | heated |
you | have | heated |
they | have | heated |
I | had | heated |
---|---|---|
you | had | heated |
he/she/it | had | heated |
we | had | heated |
you | had | heated |
they | had | heated |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.