στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
false [βρετ fɔːls, fɒls, αμερικ fɔls] ΕΠΊΘ
1. false:
2. false (fraudulent):
στο λεξικό PONS
I. false [fɔ:ls] ΕΠΊΘ
1. false (untrue):
3. false name, address, identity:
4. false (insincere):
economy <-ies> [ɪ·ˈkɑ:·nə·mi] ΟΥΣ
1. economy (frugality):
2. economy (monetary assets):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.