στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. cheap [βρετ tʃiːp, αμερικ tʃip] ΕΠΊΘ
1. cheap article, meal, cut of meat, flight, service:
- cheap
-
3. cheap (shoddy) μειωτ:
4. cheap (easy) μειωτ:
6. cheap (with money):
- cheap
-
I. dog-cheap [ˌdɒɡˈtʃiːp, αμερικˌdɔːɡ-] ΕΠΊΘ
- dog-cheap
-
II. dog-cheap [ˌdɒɡˈtʃiːp, αμερικˌdɔːɡ-] ΕΠΊΡΡ
- dog-cheap
-
II. dirt cheap [βρετ dəːt ˈtʃiːp, αμερικ ˈˌdərt ˈtʃip] ΕΠΊΡΡ οικ
dirt cheap get, buy:
- dirt cheap
-
- temptingly cheap
-
στο λεξικό PONS
dirt cheap ΕΠΊΘ οικ
- dirt cheap
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.