Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. cheap [βρετ tʃiːp, αμερικ tʃip] ΕΠΊΘ
1. cheap article, meal, cut of meat, flight, service:
3. cheap (shoddy) μειωτ:
4. cheap (easy) μειωτ:
6. cheap (with money):
- cheap
-
II. cheap [βρετ tʃiːp, αμερικ tʃip] ΕΠΊΡΡ οικ
- temptingly cheap
-
στο λεξικό PONS
cheap [tʃi:p] ΕΠΊΘ
1. cheap (inexpensive):
2. cheap μτφ (worthless):
5. cheap μειωτ (mean):
- cheap trick, liar
-
cheap [tʃip] ΕΠΊΘ
1. cheap (inexpensive):
2. cheap μτφ (worthless):
5. cheap μειωτ (mean):
- cheap trick, liar
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.