Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „fettiger“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: fustiger , neiger , figer , exiger , mitiger , reneiger , voltiger , ériger , fétide , fêter , négliger , infliger , déneiger , corriger και affliger

fustiger [fystiʒe] ΡΉΜΑ μεταβ

1. fustiger λογοτεχνικό (flageller):

geißeln λογοτεχνικό

2. fustiger (critiquer):

voltiger [vɔltiʒe] ΡΉΜΑ αμετάβ

1. voltiger (voler çà et là):

2. voltiger (flotter légèrement):

reneiger [ʀəneʒe] ΡΉΜΑ αμετάβ απρόσ

mitiger [mitiʒe] ΡΉΜΑ μεταβ

mitiger απαρχ:

II . figer [fiʒe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

neiger [neʒe] ΡΉΜΑ αμετάβ απρόσ

I . affliger [afliʒe] ΡΉΜΑ μεταβ λογοτεχνικό

II . affliger [afliʒe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα λογοτεχνικό

II . corriger [kɔʀiʒe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

2. corriger (se désaccoutumer):

II . négliger [negliʒe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

fêter [fete] ΡΉΜΑ μεταβ

1. fêter (célébrer):

2. fêter (faire fête à):

fétide [fetid] ΕΠΊΘ (malodorant)

I . ériger [eʀiʒe] ΡΉΜΑ μεταβ τυπικ

1. ériger (dresser, élever):

2. ériger ΓΡΑΦΕΙΟΚΡ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina