Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. semblable [sɑ̃blabl] ΕΠΊΘ
1. semblable (comparable):
2. semblable (identique):
-
- semblable
στο λεξικό PONS
I. semblable [sɑ̃blabl] ΕΠΊΘ
- être fâcheusement semblable à qn
-
I. semblable [sɑ͂blabl] ΕΠΊΘ
- être fâcheusement semblable à qn
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.