Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
fâcheusement [fɑʃøzmɑ̃] ΕΠΊΡΡ
- fâcheusement (regrettablement)
-
- fâcheusement (désagréablement)
-
- regrettably low, slow, weak
- fâcheusement
- unfortunately begin, end
- fâcheusement
στο λεξικό PONS
fâcheusement [fɑʃøzmɑ̃] ΕΠΊΡΡ
- fâcheusement
-
fâcheusement [fɑʃøzmɑ͂] ΕΠΊΡΡ
- fâcheusement
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- face
- face-à-face
- face-à-main
- facétie
- facétieusement
- fâcheusement
- fâcheux
- facho
- facial
- faciès
- facile