Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. décolleté (décolletée) [dekɔlte] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
décolleté → décolleter
II. décolleté (décolletée) [dekɔlte] ΕΠΊΘ
III. décolleté ΟΥΣ αρσ
V, v [ve] ΟΥΣ αρσ <πλ V>
vitesse [vitɛs] ΟΥΣ θηλ
1. vitesse (rapidité):
2. vitesse ΤΕΧΝΟΛ (engrenage, rapport):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.