Oxford Spanish Dictionary
I. shut <μετ ενεστ shutting, παρελθ & μετ παρακειμ shut> [αμερικ ʃət, βρετ ʃʌt] ΡΉΜΑ μεταβ
1.1. shut window/book/eyes:
II. shut <μετ ενεστ shutting, παρελθ & μετ παρακειμ shut> [αμερικ ʃət, βρετ ʃʌt] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. shut door/window:
shut out ΡΉΜΑ [αμερικ ʃət -, βρετ ʃʌt -] (v + o + adv, v + adv + o)
1. shut out (prevent from entering):
I. shut up ΡΉΜΑ [αμερικ ʃət -, βρετ ʃʌt -] (v + o + adv, v + adv + o)
II. shut up ΡΉΜΑ [αμερικ ʃət -, βρετ ʃʌt -] (v + o + adv)
I. shut down ΡΉΜΑ [αμερικ ʃət -, βρετ ʃʌt -] (v + adv)
I. shut off ΡΉΜΑ [αμερικ ʃət -, βρετ ʃʌt -] (v + o + adv, v + adv + o)
shut in ΡΉΜΑ [αμερικ ʃət -, βρετ ʃʌt -] (v + o + adv, v + adv + o) (confine, enclose)
στο λεξικό PONS
I. shut [ʃʌt] shut, shut shut, shut ΕΠΊΘ
II. shut [ʃʌt] shut, shut shut, shut ΡΉΜΑ μεταβ
I. shut down ΡΉΜΑ μεταβ
I. shut up ΡΉΜΑ μεταβ
I. shut <shut, shut> [ʃʌt] ΡΉΜΑ μεταβ
II. shut <shut, shut> [ʃʌt] ΡΉΜΑ αμετάβ
I. shut up ΡΉΜΑ μεταβ
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
| I | shut |
|---|---|
| you | shut |
| he/she/it | shuts |
| we | shut |
| you | shut |
| they | shut |
| I | shut |
|---|---|
| you | shut |
| he/she/it | shut |
| we | shut |
| you | shut |
| they | shut |
| I | have | shut |
|---|---|---|
| you | have | shut |
| he/she/it | has | shut |
| we | have | shut |
| you | have | shut |
| they | have | shut |
| I | had | shut |
|---|---|---|
| you | had | shut |
| he/she/it | had | shut |
| we | had | shut |
| you | had | shut |
| they | had | shut |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.