

- die Montage erfolgt computergesteuert
-


- montage
- Montage θηλ <-, -n>
- montage ΚΙΝΗΜ
- Montage θηλ <-, -n> ειδικ ορολ
-
- Montage θηλ <-, -n>
-
- nochmalige Montage
-
- Montage θηλ <-, -n>


- externe Montage
-
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.