στο λεξικό PONS
L, l <-, - [o. οικ -s, -s]> [ɛl] ΟΥΣ ουδ
A ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
A, a <-, - [o. οικ -s, -s]> [a:] ΟΥΣ ουδ
1. A (Buchstabe):
ιδιωτισμοί:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Bill of Lading ΟΥΣ αρσ ΕΜΠΌΡ
B ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
B/A ΟΥΣ θηλ
Banker's Acceptance ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
B/P ΟΥΣ αρσ
B/P συντομογραφία: Basispunkt ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Basispunkt ΟΥΣ αρσ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- Basispunkt (Preiseinheit eines Zinssatzes (0,01 %))
-
Basispunkt ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.