στο λεξικό PONS
fail·ure [ˈfeɪljəʳ, αμερικ -ɚ] ΟΥΣ
1. failure no pl (lack of success):
2. failure ΕΜΠΌΡ (bankruptcy):
3. failure (unsuccessful thing):
4. failure no pl (omission):
5. failure ΤΕΧΝΟΛ, ΗΛΕΚ (breakdown):
sys·tem [ˈsɪstəm] ΟΥΣ
1. system (network):
3. system (method of organization):
4. system ΑΣΤΡΟΝ:
5. system (way of measuring):
7. system ΙΑΤΡ:
8. system μειωτ:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
system failure ΟΥΣ IT
failure ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
-
- Ausfall αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.