στο λεξικό PONS
deci·mal [ˈdesɪməl] ΟΥΣ
deci·mal ˈcur·ren·cy ΟΥΣ
- decimal currency
- Dezimalwährung θηλ
deci·mal ˈfrac·tion ΟΥΣ
- decimal fraction
-
deci·mal ˈsys·tem ΟΥΣ
- decimal system
-
re·cur·ring ˈdeci·mal ΟΥΣ ΜΑΘ
- recurring decimal
-
Dewey deci·mal clas·si·fi·ca·tion® [ˌdju:i-, αμερικ ˌdu:i-, ˌdju:i-] ΟΥΣ no pl esp αμερικ
- Dewey decimal classification
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.