στο λεξικό PONS
sys·tem authori·ˈza·tion ΟΥΣ Η/Υ
authori·za·tion [ˌɔ:θəraɪˈzeɪʃən, αμερικ ˌɑ:θɚɪˈ-] ΟΥΣ no pl
sys·tem [ˈsɪstəm] ΟΥΣ
1. system (network):
3. system (method of organization):
4. system ΑΣΤΡΟΝ:
5. system (way of measuring):
7. system ΙΑΤΡ:
8. system μειωτ:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
system authorization ΟΥΣ IT
authorization ΟΥΣ ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
authorisation ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
authorization ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.