Oxford Spanish Dictionary
themselves [αμερικ ðəmˈsɛlvz, ðəmˈsɛlvz, βρετ ð(ə)mˈsɛlvz] ΑΝΤΩΝ
1. themselves (reflexive):
2. themselves (emphatic):
3. themselves (normal selves):
himself [αμερικ hɪmˈsɛlf, βρετ hɪmˈsɛlf] ΑΝΤΩΝ
1. himself (reflexive):
2. himself (emphatic use):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.