Oxford Spanish Dictionary
experto1 (experta) ΕΠΊΘ [ser]
στο λεξικό PONS
I. experto (-a) ΕΠΊΘ
- experto (-a)
-
II. experto (-a) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. experto (conocedor):
- experto (-a)
-
2. experto (perito):
- experto (-a)
-
I. experto (-a) [es·ˈper·to, -a] ΕΠΊΘ
- experto (-a)
-
II. experto (-a) [es·ˈper·to, -a] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. experto (conocedor):
- experto (-a)
-
2. experto (perito):
- experto (-a)
-
-
- experto(-a) αρσ (θηλ)
-
- experto(-a) αρσ (θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.