στο λεξικό PONS
eco·nom·ic po·ˈten·tial ΟΥΣ
I. po·ten·tial [pə(ʊ)ˈten(t)ʃəl, αμερικ poʊˈ-] ΕΠΊΘ αμετάβλ
II. po·ten·tial [pə(ʊ)ˈten(t)ʃəl, αμερικ poʊˈ-] ΟΥΣ no pl also ΗΛΕΚ
eco·nom·ic [ˌi:kəˈnɒmɪk, αμερικ -ˈnɑ:m-] ΕΠΊΘ
1. economic προσδιορ, αμετάβλ ΠΟΛΙΤ, ΟΙΚΟΝ:
2. economic (profitable):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
economic potential ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
economic ΕΠΊΘ ΚΡΆΤΟς
economic ΕΠΊΘ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.