Oxford Spanish Dictionary
I. trial [αμερικ ˈtraɪ(ə)l, βρετ ˈtrʌɪəl] ΟΥΣ
1.1. trial ΝΟΜ C (court hearing):
1.2. trial ΝΟΜ U (judgment):
2. trial U or C (test):
3. trial C (trouble):
II. trial [αμερικ ˈtraɪ(ə)l, βρετ ˈtrʌɪəl] ΕΠΊΘ
trial period/flight:
I. period [αμερικ ˈpɪriəd, βρετ ˈpɪərɪəd] ΟΥΣ
1.1. period:
1.2. period (epoch):
2. period (menstruation):
3.1. period (in school):
4.1. period (in punctuation):
II. period [αμερικ ˈpɪriəd, βρετ ˈpɪərɪəd] ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
I. period [ˈpɪəriəd, αμερικ ˈpɪri-] ΟΥΣ
trial [ˈtraɪəl] ΟΥΣ
I. period [ˈpɪr·i·əd] ΟΥΣ
2. period ΟΙΚΟΝ:
trial [ˈtraɪ·əl] ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- tress
- trestle
- trestle table
- trews
- tri-
- trial period
- trial run
- trial separation
- triangle
- triangular
- triangulate