con·veni·ent [kənˈvi:niənt, αμερικ -ˈvi:njənt] ΕΠΊΘ
1. convenient:
2. convenient date, time:
- convenient
-
- convenient
-
3. convenient (accessible):
-
- convenient
-
- convenient
-
- convenient
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.