στο λεξικό PONS
strat·egist [ˈstrætəʤɪst, αμερικ -t̬-] ΟΥΣ
stra·tegic [strəˈti:ʤɪk] ΕΠΊΘ
ˈsales strat·egy ΟΥΣ ΕΜΠΌΡ
strat·egy [ˈstrætəʤi, αμερικ -t̬ə-] ΟΥΣ
1. strategy:
ˈexit strat·egy ΟΥΣ
in·ˈsur·ance strat·egy ΟΥΣ
cor·po·rate ˈstrat·egy ΟΥΣ
ˈar·bi·trage strat·egy ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
busi·ness ˈstrat·egy ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
strategic switch ΟΥΣ CTRL
strategic ΕΠΊΘ CTRL
strategic advice ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
strategic positioning ΟΥΣ CTRL
growth strategy ΟΥΣ CTRL
risk strategy ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
option strategy ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
bank strategy ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
solution strategy ΠΡΟΤΥΠΟΠ, ΑΞΙΟΛΌΓ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.