Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „��rgern“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ärgern , weigern , pilgern , lungern , hungern , folgern , fingern , baggern , Zögern , zögern , ungern , tigern και lagern

I . ärgern [ˈɛrgɐn] ΡΉΜΑ μεταβ

2. ärgern (mutwillig reizen, necken):

II . ärgern [ˈɛrgɐn] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

ιδιωτισμοί:

I . lagern [ˈlaːgɐn] ΡΉΜΑ μεταβ

1. lagern (aufbewahren):

II . lagern [ˈlaːgɐn] ΡΉΜΑ αμετάβ

2. lagern (liegen):

3. lagern (sich niederlassen):

III . lagern [ˈlaːgɐn] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα τυπικ

Βλέπε και: gelagert

tigern [ˈtiːgɐn] ΡΉΜΑ αμετάβ +sein οικ

Zögern <-s; χωρίς πλ> ΟΥΣ ουδ

II . baggern [ˈbagɐn] ΡΉΜΑ αμετάβ

1. baggern (graben):

2. baggern οικ (flirten):

draguer οικ

II . fingern ΡΉΜΑ μεταβ

1. fingern (hervorholen):

2. fingern οικ (bewerkstelligen):

combiner οικ

I . folgern [ˈfɔlgɐn] ΡΉΜΑ μεταβ

II . folgern [ˈfɔlgɐn] ΡΉΜΑ αμετάβ

I . hungern [ˈhʊŋɐn] ΡΉΜΑ αμετάβ

2. hungern τυπικ (verlangen):

II . hungern [ˈhʊŋɐn] ΡΉΜΑ μεταβ τυπικ

1. hungern:

il a faim

2. hungern (verlangen):

lungern [ˈlʊŋɐn] ΡΉΜΑ αμετάβ οικ

pilgern [ˈpɪlgɐn] ΡΉΜΑ αμετάβ +sein

weigern [ˈvaɪgɐn] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina