στο λεξικό PONS
Rest <-[e]s, -e [o. CH a. -en]> [rɛst] ΟΥΣ αρσ
1. Rest (Übriggelassenes):
2. Rest (Endstück):
3. Rest (verbliebenes Geld):
- moiety ΧΗΜ
- Rest
-
- Rest αρσ <-(e)s, -e>
-
- [kümmerlicher] Rest
-
- Rest αρσ <-(e)s, -e>
-
- Rest αρσ <-(e)s, -e>
-
- Rest αρσ <-(e)s, -e>
-
- Rest αρσ <-(e)s, -e>
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.