Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. extrême [ɛkstʀɛm] ΕΠΊΘ
1. extrême (le plus distant):
2. extrême (très grand):
3. extrême (immodéré):
II. extrême [ɛkstʀɛm] ΟΥΣ αρσ
1. extrême (ce qui est excessif):
2. extrême (opposé):
στο λεξικό PONS
I. extrême [ɛkstʀɛm] ΕΠΊΘ
I. extrême [ɛkstʀɛm] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα)
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- D.E.S.S.
- D.E.U.G.
- D.J.
- D.O.M.
- D.O.M.-T.O.M.
- d'extrême
- dab
- dacquois
- dacron
- dactyle
- dactylique