στο λεξικό PONS
judg(e)·ment [ˈʤʌʤmənt] ΟΥΣ
con·ˈsent judg·ment ΟΥΣ ΝΟΜ
de·clara·tory judg·ment [dɪˈklærətəri-, αμερικ -ˈklerətɔri] ΟΥΣ ΝΟΜ
ˈjudg(e)·ment-im·pair·ing ΕΠΊΘ αμετάβλ
de·ˈfault judg(e)·ment ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
default judgment ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
power of judgment ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.