στο λεξικό PONS
flex·ible [ˈfleksɪbl̩] ΕΠΊΘ
1. flexible (pliable):
2. flexible also μτφ (adaptable):
I. pro·gres·sive [prə(ʊ)ˈgresɪv, αμερικ prəˈ-] ΕΠΊΘ
1. progressive:
2. progressive (reformist):
3. progressive (forward-looking):
4. progressive ΜΟΥΣ (avant-garde):
5. progressive ΓΛΩΣΣ (verb form):
II. pro·gres·sive [prə(ʊ)ˈgresɪv, αμερικ prəˈ-] ΟΥΣ
1. progressive (reformist):
2. progressive ΓΛΩΣΣ:
sys·tem [ˈsɪstəm] ΟΥΣ
1. system (network):
3. system (method of organization):
4. system ΑΣΤΡΟΝ:
5. system (way of measuring):
7. system ΙΑΤΡ:
8. system μειωτ:
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
flexible progressive system
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- fletcher
- fleur-de-lis
- fleur-de-lys
- fleur de sel
- flew
- flexible progressive system
- flexible working hours
- flexibly
- flexicurity
- flexion
- flexitarian