



-
- nachgiebig
-
- nachgiebig ειδικ ορολ
-
- nachgiebig
- spongy grass, moss
- nachgiebig
-
- nachgiebig
-
- nachgiebig
-
- nachgiebig a. μειωτ
-
- nachgiebig
-
- nachgiebig
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.