στο λεξικό PONS
A, a <-, - [o. οικ -s, -s]> [a:] ΟΥΣ ουδ
1. A (Buchstabe):
ιδιωτισμοί:
C, c <-, - [o. οικ -s, -s]> [tse:] ΟΥΣ ουδ
A, a <-, - [o. οικ -s, -s]> [a:] ΟΥΣ ουδ
1. A (Buchstabe):
ιδιωτισμοί:
cul·pa in con·tra·hen·do [ˈkʊlpa in kɔntraˈhɛndo] ΟΥΣ θηλ ΝΟΜ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
C/P ΟΥΣ ουδ
C/P συντομογραφία: Commercial Paper ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Commercial Paper ΟΥΣ ουδ ΕΜΠΌΡ
C/D ΟΥΣ ουδ
C/D συντομογραφία: Certificate of Deposit ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Certificate of Deposit ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.