στο λεξικό PONS
An·ge·bot <-[e]s, -e> ΟΥΣ ουδ
1. Angebot ΟΙΚΟΝ a.:
2. Angebot (Kostenvoranschlag, Offerte):
3. Angebot kein πλ (Warenangebot):
- verlangtes Angebot
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Angebot ΟΥΣ ουδ (ÖPNV)
- Angebot ΔΗΜ ΣΥΓΚ
-
-
- Angebot (ÖPNV)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.