στο λεξικό PONS
äu·ßers·te, äu·ßers·ter, äu·ßers·tes ΕΠΊΘ
1. äußerste (entfernteste):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
äußerst spekulativ phrase ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.