Oxford Spanish Dictionary
officer [αμερικ ˈɔfəsər, ˈɑfəsər, βρετ ˈɒfɪsə] ΟΥΣ
1. officer:
2. officer:
3. officer (official):
peace [αμερικ pis, βρετ piːs] ΟΥΣ U
1.1. peace U:
2. peace ΝΟΜ:
3. peace (quiet, tranquillity):
στο λεξικό PONS
officer [ˈɒfɪsəʳ, αμερικ ˈɑ:fɪsɚ] ΟΥΣ
3. officer:
4. officer (official):
peace [pi:s] ΟΥΣ χωρίς πλ
2. peace (social order):
3. peace (tranquillity):
4. peace ΘΡΗΣΚ:
officer [ˈɔ·fɪ·sər] ΟΥΣ
3. officer:
4. officer (official):
peace [pis] ΟΥΣ
2. peace (social order):
3. peace (tranquility):
4. peace ΘΡΗΣΚ:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.