στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. velato [veˈlato] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
velato → velare
II. velato [veˈlato] ΕΠΊΘ
3. velato (offuscato):
I. velare2 [veˈlare] ΡΉΜΑ μεταβ
2. velare (offuscare):
II. velarsi ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα
στο λεξικό PONS
velato (-a) [ve·ˈla:·to] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.