Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
poule [pul] ΟΥΣ θηλ
5. poule (prostituée):
6. poule ΑΘΛ:
7. poule ΠΑΙΧΝΊΔΙΑ:
ιδιωτισμοί:
poussin [pusɛ̃] ΟΥΣ αρσ
3. poussin (terme d'affection) οικ:
I. pied-de-poule <πλ pieds-de-poule> [pjedpul] ΕΠΊΘ αμετάβλ
II. pied-de-poule <πλ pieds-de-poule> [pjedpul] ΟΥΣ αρσ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.