Oxford Spanish Dictionary
I. trial [αμερικ ˈtraɪ(ə)l, βρετ ˈtrʌɪəl] ΟΥΣ
1.1. trial ΝΟΜ C (court hearing):
1.2. trial ΝΟΜ U (judgment):
2. trial U or C (test):
3. trial C (trouble):
II. trial [αμερικ ˈtraɪ(ə)l, βρετ ˈtrʌɪəl] ΕΠΊΘ
trial period/flight:
flight [αμερικ flaɪt, βρετ flʌɪt] ΟΥΣ
1.1. flight U:
1.2. flight C (air journey):
2. flight C (group):
4.1. flight U (act of fleeing):
4.2. flight U ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ:
στο λεξικό PONS
trial [ˈtraɪəl] ΟΥΣ
flight [flaɪt] ΟΥΣ
2. flight (group):
-  flight of aircraft
-  escuadrilla θηλ
3. flight (retreat):
trial [ˈtraɪ·əl] ΟΥΣ
flight [flaɪt] ΟΥΣ
2. flight (group):
-  flight of aircraft
-  escuadrilla θηλ
3. flight (retreat):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
