στο λεξικό PONS
vis·it·ing pro·ˈfes·sor ΟΥΣ


-
- Gastprofessor <-s, -en; -, -nen>


I. vis·it [ˈvɪzɪt] ΟΥΣ
1. visit (stopping by):
II. vis·it [ˈvɪzɪt] ΡΉΜΑ μεταβ
1. visit (stop by for a while):
2. visit (for professional purposes):
3. visit usu passive τυπικ dated (inflict):
pro·fes·sor [prəˈfesəʳ, αμερικ -ɚ] ΟΥΣ
1. professor ΠΑΝΕΠ:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
I | visit |
---|---|
you | visit |
he/she/it | visits |
we | visit |
you | visit |
they | visit |
I | visited |
---|---|
you | visited |
he/she/it | visited |
we | visited |
you | visited |
they | visited |
I | have | visited |
---|---|---|
you | have | visited |
he/she/it | has | visited |
we | have | visited |
you | have | visited |
they | have | visited |
I | had | visited |
---|---|---|
you | had | visited |
he/she/it | had | visited |
we | had | visited |
you | had | visited |
they | had | visited |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- vision
- visionary
- visit
- visitation
- visitation rights
- visiting professor
- visiting teacher
- visiting team
- visitor
- visitors' book
- visor