στο λεξικό PONS
I. month·ly [ˈmʌn(t)θli] ΕΠΊΘ αμετάβλ
I. state·ment [ˈsteɪtmənt] ΟΥΣ
1. statement (act of expressing sth):
2. statement (formal declaration):
3. statement (formal description):
5. statement ΟΙΚΟΝ:
7. statement ΜΑΘ:
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
monthly statement ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
statement ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
-
- Statement ουδ
statement ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- montage
- Montanan
- montane
- montane tree line
- Montenegrin
- monthly statement
- monthly wage
- Montrealer
- monty
- Monty Hall problem
- monument