στο λεξικό PONS
income maintenance
income maintenance
I. main·te·nance [ˈmeɪntənən(t)s] ΟΥΣ no pl
1. maintenance (preserving):
2. maintenance:
3. maintenance (department):
4. maintenance (maintenance costs):
5. maintenance (alimony):
6. maintenance ΝΟΜ (offence):
II. main·te·nance [ˈmeɪntənən(t)s] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ
in·come [ˈɪŋkʌm, αμερικ esp ˈɪn-] ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
maintenance ΟΥΣ ΚΡΆΤΟς
income ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
maintenance
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.