στο λεξικό PONS
Einstein law of equiva·lents [ˌaɪnstaɪn-] ΟΥΣ no pl ΦΥΣ
I. equiva·lent [ɪˈkwɪvələnt] ΕΠΊΘ αμετάβλ
II. equiva·lent [ɪˈkwɪvələnt] ΟΥΣ
equivalent circuit ΟΥΣ
-
- Ersatzschaltbild ουδ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
equivalent ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
-
- Gegenwert αρσ
credit equivalent ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
risk-equivalent ΕΠΊΘ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
security equivalent ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
market risk equivalent ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
equivalent to real estate phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
credit risk equivalent ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
credit equivalent amount ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
coal measure, Coal Equivalent (CE) ΟΥΣ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
energy equivalent ΠΕΡΙΒ, ΠΡΟΤΥΠΟΠ, ΑΞΙΟΛΌΓ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.