στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
domicilio <πλ domicili> [domiˈtʃiljo, li] ΟΥΣ αρσ
1. domicilio:
2. domicilio:
omicidio <πλ omicidi> [omiˈtʃidjo, di] ΟΥΣ αρσ
I. omicida <m.πλ omicidi, f.pl. omicide> [omiˈtʃida] ΕΠΊΘ
parricidio <πλ parricidi> [parriˈtʃidjo, di] ΟΥΣ αρσ
matricidio <πλ matricidi> [matriˈtʃidjo, di] ΟΥΣ αρσ
στο λεξικό PONS
omicidio <-i> [o·mi·ˈtʃi:·dio] ΟΥΣ αρσ
micidiale [mi·tʃi·ˈdia:·le] ΕΠΊΘ
3. micidiale οικ (intollerabile, terribile):
parricidio <-i> [par·ri·ˈtʃi:·dio] ΟΥΣ αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.