στο λεξικό PONS
I. ge·setz·lich [gəˈzɛtslɪç] ΕΠΊΘ
II. ge·setz·lich [gəˈzɛtslɪç] ΕΠΊΡΡ
- gesetzlicher Schuldübergang
-
- gesetzlicher Strafrahmen
-
- gesetzlicher Forderungsübergang
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- gesetzlicher Strafrahmen
- Spareinlagen mit gesetzlicher/vereinbarter Kündigungsfrist
- gesetzlicher/vereinbarter Güterstand
- gesetzlicher Schuldübergang
- garantierter/gesetzlicher Mindestlohn